Ο Σπαρτιατικός Στρατός ήταν ίσως, η πιο τρομερή πολεμική μηχανή του αρχαίου κόσμου.
Οι Σπαρτιάτες οπλίτες φορούσαν πάντα κόκκινο μανδύα, γιατί κάλυπτε το αίμα εάν πληγώνονταν και επίσης, κατά τον Λυκούργο, τρόμαζε κατά κάποιον τρόπο τον αντίπαλο. Στις μάχες οι Σπαρτιάτες οπλίτες δεν φορούσαν σανδάλια, αλλά πήγαιναν ξυπόλητοι, ώστε να διατηρείται πιο σταθερή η φάλαγγα. Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι άφηναν μακριά μαλλιά και χτενίζονταν πριν τις μάχες. Στην Σπάρτη υπήρχε η αντίληψη ότι οι στρατιώτες έπρεπε να γυρίσουν από την μάχη νικητές ή πεθαμένοι. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν πάνε στην μάχη, όταν η μητέρα έδινε την ασπίδα στο γιο της, έλεγε "ή ταν, ή επί τας", που σήμαινε ότι ή με αυτήν θα γύριζε νικητής ή επάνω σε αυτήν νεκρός.
Αρχηγός τού στρατεύματος ήταν ο ένας από τους δύο βασιλείς, που πολεμούσε πάντοτε στην πρώτη γραμμή.
Οι έφοροι της Σπάρτης επέλεγαν τρεις αξιωματούχους, τους "ιππαγρέτες". Καθένας από αυτούς τους αξιωματούχους είχε το δικαίωμα να επιλέξει 100 άνδρες, τους οποίους και έθετε υπό τις διαταγές του. Με αυτό τον τρόπο συγκροτούνταν ένα σώμα από 300 άνδρες, οι οποίοι αποτελούσαν την επίλεκτη δύναμη της στρατιωτικής μηχανής της Σπάρτης και ήταν πάντα στη διάθεση του Βασιλιά.
Όσον αφορά τον οπλισμό, στην Αρχαϊκή Εποχή, φορούσαν κορινθιακό κράνος, περικνημίδες και μπρούτζινο θώρακα, αν και μετά τους Περσικούς Πολέμους, αντικατέστησαν τον μπρούτζινο θώρακα με τον λινοθώρακα ή με τον πιο ελαφριό εξώμη. Κύρια όπλα τους ήταν το δόρυ, η ασπίδα και το ξίφος. Κατά την εποχή του Πελοποννησιακού Πολέμου, όλες οι ασπίδες των Σπαρτιατών, είχαν γραμμένο το γράμμα Λ (λάμδα), που αντιπροσώπευε την Λακεδαιμονία.